Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Κυριακή, 10 Ιανουαρίου 2021 18:16

Tο Παλιόκαστρο της Ρίγανης (video)

Στη μέση περίπου της επαρχιακής οδού Γουργιώτισσας – Ρίγανης, στο πλάτωμα του λόφου Κόκκινο Στεφάνι, βρίσκονται τα ερείπια της ακρόπολης μιας αρχαίας ελληνικής πόλης. Είναι το Παλιόκαστρο της Ρίγανης.

Το Κόκκινο Στεφάνι δεσπόζει στην περιοχή, με μέγιστο υψόμετρο135 μ. και απέχει 3 χιλιόμετρα περίπου από τη δεξιά όχθη του ποταμού Αχελώου, αποτελώντας μία θέση υψίστης στρατηγικής σημασίας με υψομετρική υπεροχή και γειτνίαση με τον Αχελώο ποταμό. Από τη θέση αυτή, το οχυρό επόπτευε τον Αχελώο και ολη την παραχελωίτιδα ζώνη μεταξύ κοίτης του ποταμού, πεδιάδας της Στράτου και των αντερεισμάτων των Ακαρνανικών.

Η κοίτη του Αχελώου υπήρξε, όπως μας πληροφορούν οι αρχαίες πηγές, το φυσικό όριο Ακαρνάνων και Αιτωλών: “Αιτωλοί και Ακαρνάνες ομορούσιν αλλήλοις, μέσον έχοντες τον Αχελώον ποταμόν” κατα το Στράβωνα Και αυτό αποκτά μεγαλύτερη σημασία, άν λάβουμε υπόψη μας ότι στο παρελθόν η κοίτη δεν ήταν σταθερή και οι σχέσεις των δύο γειτονικών εθνών, σε όλη την αρχαία ελληνική ιστορία, υπήρξαν κάθε άλλο παρά φιλικές. Η γειτνίαση της περιοχής με τον Αχελώο υπήρξε επίσης πλεονέκτημα, επειδή ο ποταμός είναι διαβατός μόνον σε ένα σημείο και εκεί -ιδίως το χειμώνα- με μεγάλη δυσκολία.

Η διάβαση αυτή γνωστή σήμερα ως “Πόρος” ή “Περαταριά της Ρίγανης”, ήταν σε χρήση ακόμα ως τις μέρες μας, και αποτελούσε τη γέφυρα από όπου περνούσε η μεσόγεια οδική αρτηρία, που ένωνε την ενδοχώρα της Ακαρνανίας με την Αιτωλία και την Ήπειρο με την Πελοπόννησο.Το Παλιόκαστρο της Ρίγανης, επομένως, εντάσσεται στη σειρά των ακαρνανικών οχυρώσεων, που επιτηρούσαν την αιτωλοακαρνανική μεθόριο και αποτελούσε το νοτιότερο οχυρό για την άμεση ασφάλεια της πρωτεύουσας του Ακαρνανικού Κοινού, της Στράτου, από την οποία απέχει 13 χιλιόμετρα περίπου.

Οι φιλολογικές πηγές της αρχαιότητας στάθηκαν φειδωλές στις πληροφορίες τους για την ιστορία της πόλης που ορίζουν τα ερείπια του Παλιόκαστρου της Ρίγανης. Οι ειδήσεις κάθε φορά παρέχονται ευκαιριακά και επιγραμματικά. Οι αρχαίοι συγγραφείς, μεταξύ Στράτου και Οινιαδών, στη δυτική όχθη του Αχελώου, μνημονεύουν δύο πόλεις: τη Μητρόπολη και τη Σαυρία.

Οι γνωστές θέσεις που μπορούν να αποδοθούν στα δύο αυτά ονόματα είναι τα κάστρα της Ρίγανης και της Παλαιομάνινας.Για τη πόλη της Μητρόπολης είναι γνωστή επίσης από επιγραφικά και νομισματικά δεδομένα. κατι που για τη Σαυρία δεν ισχυει.

Το ύψωμα “Κόκκινο στεφάνι” είναι απρόσιτη κορυφή εξαιτίας των απότομων, σχεδόν κάθετων πλευρών της και από μόνη της η τοποθεσία αποτελεί ένα φυσικό οχύρωμα Η οχύρωση της ακρόπολης αποτελεί άριστο παράδειγμα αμυντικού έργου. Το τείχος παρακολουθεί τη μορφολογία του εδάφους, εκμεταλλεύεται όλες τις φυσικές δυνατότητες και χρησιμοποιεί τις καταλληλότερες τεχνικές μεθόδους δόμησης, επιτυγχάνοντας την ασφαλέστερη φύλαξη του περιβάλλοντος χώρου.

Ο προσανατολισμός του τείχους ακολουθεί την κατεύθυνση από το Βορρά προς Νότο. Ο τειχισμένος περίβολος επιστέφει το πλάτωμα της κορυφής του λόφου, εκμεταλλεύεται το ανάγλυφο του εδάφους και η κάτοψή παρουσιάζει ένα παραλληλόγραμμο σχήμα, “ακανόνιστο” λόγω των συχνών εσοχών και προεξοχών οι οποίες καθιστούν το οχυρό απόρθητο. Το μοναδικό σημείο, όπου ο τειχισμός της ακρόπολης διακόπτεται για 30 περίπου μέτρα, βρίσκεται βορειοανατολικά, εκεί όπου υψώνεται το “Κόκκινο στεφάνι”, τοποθεσία που το όνομά της το οφείλει στο κυκλικό, σα στεφάνι, σχήμα του βράχου.

Ο φυσικός πέτρινος όγκος, κομμένος κάθετα ανατολικά, έχει έντονο κόκκινο χρώμα λόγω των οξειδώσεων του λίθου. Το “Κόκκινο Στεφάνι” εξέχει του περιβόλου σχηματίζοντας είδος εξώστη-παρατηρητηρίου, από όπου μπορεί να αντικρίσει κανείς πανοραμικά όλη την πεδινή κοιλάδα, που διασχίζει ο Αχελώος ποταμός και η οποία περιβάλλεται από τα όρη Ακαρνανικά, Θύαμο, Παναιτωλικό και Αράκυνθο. Από εδώ, μπορούσε κανείς να παρακολουθήσει όλα τα συμβαίνοντα στην περιοχή: από τις λίμνες Αμβρακία και Οζερό, την αρχαία Στράτο και τις αντίπερα του ποταμού αιτωλικές πόλεις Αγρίνιο και Κωνώπη (σημ.Αγγελόκαστρο).

Εδώ ασφαλώς ήταν μόνιμα τοποθετημένες φρουρές και από το σημείο αυτό γίνονταν οι κάθε είδους συνεννοήσεις με τα παρατηρητήρια της Κάτω Πόλης κάθε πτέρυγα του περιβόλου ακολουθεί ιδιαίτερη κατασκευαστική συνθετικότητα. Ως πιο απλή μπορεί να θεωρηθεί η δυτική, μία τεθλασμένη γραμμή, η οποία στο κέντρο σχεδόν της διαδρομής της από βορρά προς νότο κάνει “κοιλιά” προς το εσωτερικό. Η νότια πτέρυγα είχε την ατυχία να ισοπεδωθεί τα τελευταία χρόνια, στο σημείο ακριβώς όπου υπήρχε η κεντρική πύλη.

Η απουσία πύργων σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί μειονέκτημα του τείχους. Όπως όλα τα τείχη της αρχαίας Ακαρνανίας, έτσι και το τείχος της Μητρόπολης είναι στενά δεμένο με το φυσικό τοπίο. Το πέτρωμα, που χρησιμοποιήθηκε για το κτίσιμό του είναι ο ντόπιος ασβεστόλιθος, ο οποίος από τη φύση του προκαθορίζει και τον τρόπο της τειχοδομίας. Κύριο σύστημα τειχοδομίας είναι το πολυγωνικό, η ποικιλία όμως των διαστάσεων των ογκολιθικών δόμων και οι λεπτομέρειες του σχεδίου τους επιτυγχάνουν ένα μεγαλοπρεπές αποτέλεσμα.

Η επιλογή του πολυγωνικού συστήματος δόμησης προτιμήθηκε για τεχνικούς αλλά και ο οικονομικούς λόγους, επειδή η ασβεστολιθική πέτρα αφθονεί στην περιοχή και με το εύκολο κόψιμό της σε πολυγωνικά σχήματα επιτυγχάνεται οικονομία εργασίας Σύμφωνα με το πολυγωνικό σύστημα οι λίθοι έχουν περισσότερες από τέσσαρες ευθύγραμμες πλευρές, περίπου ισομήκεις, οι οποίες συναντιόνται σε καθαρά διαγραφόμενες γωνίες. Κατα τον Κ. Ρωμαίο, η διαφορά οφείλεται στην επισκευή του γκρεμισμένου τείχους σε νεότερη εποχή. Οι δόμοι, στο σημείο αυτό, είναι καλοπελεκημένοι, μικρότερων διαστάσεων και προσαρμόζονται τελειότερα.

Η επιβλητικότητα της βόρειας πύλης οφείλεται όχι μόνο στην τεχνική δόμηση της εισόδου αλλά και στο λαξευτό στο φυσικό βράχο μνημειακό κλιμακοστάσιο που οδηγούσε σε αυτή, γνωστό μέχρι σήμερα ως “Σκαλιά”

Το τείχος είχε τρεις πύλες . Μία στον Βορρά , μία στο νότο και μία νοτιοανατολική. Η νότια πύλη, που ήταν και η κεντρική κατεδαφίστηκε πριν από περίπου 30 χρόνια για τη δημιουργία αντιπυρικής ζώνης στην ακρόπολη έργα που επαναλήφθηκαν και φέτος με νέα καταστροφή της ακρόπολης , οι αρχαίοι λίθοι πετάχτηκαν ως μπάζα ενώ κινδύνευσαν και μνημειακές ελιές εντός αυτής . Στις παρυφές του Κόκκινου Στεφανιού βρισκόταν η Κάτω Πόλη ενώ μέχρι τα νεοτέρα χρόνια σωζόταν ο ναός της Αγίας Κυριακής που κατεδαφίστηκε (Παλιοχώρι).

Το τείχος κινδυνεύει άμεσα από την οργιώδη βλάστηση που το έχει πνίξει , αλλά και από την ανεξέλεγκτη δράση αρχαιοκαπήλων.

Από το προσωπικό αρχείο του Κώστα Παππά – Η ανάρτηση αυτούσια από την ομάδα του Facebook «Αιτωλία και Ακαρνανία στο πέρασμα του χρόνου, Aetolia Acarnania tempus»

agriniopress.gr

Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 13 Ιανουαρίου 2021 15:18